Η Επιχείρηση Πυρσός ήταν αποβατική επιχείρηση των συμμαχικών δυνάμεων στη Βόρεια Αφρική που έλαβε χώρα από 8 έως 10 Νοεμβρίου 1942, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Σχεδιασμός
Το 1942, οι Αμερικανοί έχοντας πειστεί για την ανέφικτη τακτική εισβολής στη Γαλλία ως δεύτερο μέτωπο, αποφάσισαν να πραγματοποιήσουν αποβάσεις στη βορειοδυτική Αφρική με στόχο την απομάκρυνση των στρατευμάτων του Άξονα και την προετοιμασία για μια μελλοντική επίθεση στη νότια Ευρώπη.
Η εν λόγω απόβαση – εισβολή προγραμματίσθηκε μετά την υπόσχεση που έδωσαν οι Η.Π.Α (Φραγκλίνος Ρούσβελτ) και η Βρετανία (Τσώρτσιλ) στη Σοβιετική Ένωση (Στάλιν) για την δημιουργία δυτικού μετώπου προκειμένου να ελαττώσουν την ασκούμενη εκ μέρους των Γερμανικών δυνάμεων πίεση στα Σοβιετικά στρατεύματα. Η υπόσχεση αυτή δόθηκε τον Μάιο του 1942 στην Ουάσιγκτον κατά την συνάντηση που είχε ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Βιατσεσλάβ Μολότωφ, με τον πρόεδρο Ρούσβελτ, έχοντας υπόψη ο δεύτερος ήδη σχεδιαζόμενη επιχείρηση. Ενώ οι Αμερικανοί επιτελείς σχεδίαζαν μια άμεση επιχείρηση στην κατεχόμενη Β. Ευρώπη με την κωδική ονομασία «Επιχείρηση Βαριοπούλα», τον Δεκέμβριο του 1941 κατά τη διάρκεια μυστικής σύσκεψης που έλαβε χώρα στην Ουάσιγκτον, οι Βρετανοί προκειμένου να μειώσουν και αυτοί τη Γερμανική πίεση υποστήριξαν πως μια άμεση επιχείρηση από Ευρωπαϊκό έδαφος θα ήταν καταστροφική, αντιπροτείνοντας τα εδάφη της Γαλλίας στη Βόρεια Αφρική επιτυγχάνοντας ταυτόχρονα τον ναυτικό έλεγχο της Μεσογείου και από εκεί την ασφαλέστερη απόβαση στη νότια Ευρώπη.

Βέβαια αυτή η πρόταση διασφάλιζε πρωτίστως ανοικτές οδούς προς την Ινδία, την διασφάλιση των Αγγλικών συμφερόντων στην ανατολική Μεσόγειο, αλλά παράλληλα και τον έλεγχο των Βαλκανίων με ενθάρρυνση ανατρεπτικών τάσεων σ’ αυτά, διατηρώντας τουλάχιστον την ουδετερότητα της Τουρκίας.
Αν και αρχικά οι Αμερικανοί κράτησαν επικριτική στάση στο προτεινόμενο σχέδιο, τελικά συμφώνησαν στη πρόταση του Τσώρτσιλ.
Προτιθέμενοι να αποβιβαστούν στο Μαρόκο και την Αλγερία, οι Σύμμαχοι έπρεπε να διερευνήσουν τις προθέσεις των στρατευμάτων της Κυβέρνησης του Βισύ (φιλογερμανική κυβέρνηση που σχηματίστηκε από τον Γάλλο στρατάρχη και ήρωα του Α’ Παγκοσμίου πολέμου Φιλίπ Πεταίν στο ελεύθερο τμήμα της Γαλλίας, νοτίως του Λίγηρα, μετά την εισβολή της Γερμανίας και τη συνθηκολόγηση) που υπερασπίζονταν την περιοχή, οι οποίοι αριθμούσαν περίπου 120.000 άνδρες, 500 αεροσκάφη και αρκετά πολεμικά πλοία. Ήλπιζαν ότι ως πρώην Σύμμαχοι, οι Γάλλοι δεν θα πολεμούσαν τις Βρετανικές και τις Αμερικανικές δυνάμεις. Αντιθέτως υπήρχε ανησυχία για τη δυσαρέσκεια της Γαλλίας λόγω της Βρετανικής επίθεσης κατά του Μερς ελ Κεμπίρ το 1940, η οποία είχε προκαλέσει σοβαρές ζημιές στις Γαλλικές ναυτικές δυνάμεις. Για να βοηθήσει στην αξιολόγηση των συνθηκών, ο Αμερικανός πρόξενος στο Αλγέρι, Ρόμπερτ Ντάνιελ Μέρφι, έλαβε εντολή να συγκεντρώσει πληροφορίες και να επικοινωνήσει με φίλα προσκείμενα μέλη της Γαλλικής κυβέρνησης του Βισύ.

Επικεφαλής της όλης επιχείρησης τέθηκε ο Αμερικανός στρατηγός Ντουάιτ Αϊζενχάουερ έχοντας υπό τις διαταγές του τον Βρετανό ναύαρχο Άντριου Κάνινγκχαμ. Οι αεροπορικές δυνάμεις που συμμετείχαν, αντίθετα με την μέχρι τότε εμπειρία ήταν μοιρασμένες κατά εθνικότητα διατηρώντας κάθε μία δικό της διοικητή, ενώ οι διοικητές των χερσαίων δυνάμεων και για τις τρεις βασικές αποβάσεις θα ήταν Αμερικανοί στρατηγοί που όταν θα αποβιβάζονταν στη ξηρά θα ανασυγκροτούνταν προκειμένου να σχηματίσουν την 1η Στρατιά υπό τον Βρετανό αντιστράτηγο Κένεθ Άντερσον. Αναπληρωτής διοικητής ορίσθηκε ο Αμερικανός υποστράτηγος Μαρκ Γουέιν Κλαρκ. Αρχικά το σχέδιο ονομάστηκε Επιχείρηση Γυμναστής/Operation Gymnast και σχεδόν αμέσως μετονομάστηκε σε Επιχείρηση Πυρσός (παραπέμποντας συνειρμικά στον πυρσό του Αγάλματος της Ελευθερίας). Ο αρχικός σχεδιασμός προέβλεπε να γίνουν τρεις κύριες αποβάσεις στη Βόρεια Αφρική και ο Αϊζενχάουερ προτίμησε την ανατολική επιλογή που προέβλεπε αποβάσεις στο Οράν, το Αλγέρι και το Μπον, διότι θα επέτρεπε την ταχεία κατάληψη της Τύνιδας και επειδή οι πλημμυρίδες του Ατλαντικού καθιστούσαν προβληματική την απόβαση στο Μαρόκο.
Βασικά την επιχείρηση θα εκτελούσαν ταυτόχρονα δύο αποβατικά σχήματα: το ένα από Η.Π.Α, δηλαδή από Δυτικά, με μία Αμερικανική τακτική δύναμη υπό τον υποστράτηγο Τζόρτζ Πάτον, προς τρία σημεία απόβασης στις ακτές του Γαλλικού Προτεκτοράτου του Μαρόκου με συνολική δύναμη 33.000 ανδρών, το άλλο από Αγγλία διερχόμενο το Γιβραλτάρ, με Αγγλοαμερικανικές τακτικές δυνάμεις υπό τον αντιστράτηγο Κένεθ Άντερσον, προς 6 σημεία απόβασης στις ακτές της Γαλλικής αποικίας της Αλγερίας με συνολική δύναμη 74.000 ανδρών. Την συνολική δύναμη 107.000 ανδρών και των δύο ρευμάτων, καλούνταν να αντιμετωπίσει τουλάχιστον ως εισβολείς, η στρατιωτική δύναμη της κυβέρνησης του Βισύ, συνεπικουρούμενη από άλλες τοπικές αποικιακές δυνάμεις.
Τελικά το σχέδιο απορρίφθηκε από τους Αρχηγούς των Συμμαχικών Επιτελείων, οι οποίοι ανησυχούσαν ότι σε περίπτωση που η Ισπανία εισέλθει στον πόλεμο στην πλευρά του Άξονα, τα στενά του Γιβραλτάρ θα μπορούσαν να αποκόψουν την αποβατική δύναμη. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, να επιλεγούν ως σημεία απόβασης η Καζαμπλάνκα, το Οράν και το Αλγέρι, κάτι το οποίο αργότερα θα αποδειχθεί προβληματικό καθώς χρειάστηκε σημαντικός χρόνος για να προωθηθούν τα στρατεύματα από την Καζαμπλάνκα και η μεγάλη απόσταση από την Τύνιδα επέτρεψε στους Γερμανούς να ενισχύσουν τις θέσεις τους στην Τυνησία.

Επαφή με την κυβέρνηση του Βισύ
Στα πλαίσια της αποστολής του, ο Αμερικανός πρόξενος Μέρφι ερχόμενος σε επαφή με αρκετούς αξιωματικούς, συμπεριλαμβανομένου του διοικητού στο Αλγέρι, στρατηγού Τσαρλς Μαστ παρείχε στοιχεία τα οποία ανέφεραν ότι οι Γάλλοι δεν πρόκειται να αντισταθούν. Αν και οι εν λόγω αξιωματικοί ήταν πρόθυμοι να βοηθήσουν τους Συμμάχους, ζήτησαν συνάντηση με τον ανώτερο διοικητή των Συμμάχων. Ικανοποιώντας τα αιτήματά τους, ο Αϊζενχάουερ έστειλε τον υποστράτηγο Μαρκ Κλαρκ με το υποβρύχιο Σέραφ. Στις 21 Οκτωβρίου 1942 αφού συναντήθηκε με τον Μαστ και άλλους στη Βίλα Τεζιέ στο Τσερτσέλ της Αλγερίας, ο Κλάρκ εξασφάλισε την υποστήριξή τους.
Κατά την προετοιμασία της Επιχείρησης Πυρσός, ο στρατηγός Ανρί Γκιρώ μεταφέρθηκε κρυφά εκτός Γαλλίας με τη βοήθεια της αντίστασης. Αν και ο Αϊζενχάουερ είχε σκοπό να κάνει τον Γκιρώ διοικητή των Γαλλικών δυνάμεων στη Βόρεια Αφρική μετά την εισβολή, ο Γάλλος απαίτησε να του δοθεί η γενική διοίκηση της επιχείρησης. Ο Γκιρώ θεώρησε ότι αυτό ήταν απαραίτητο για να διασφαλιστεί η Γαλλική κυριαρχία και ο έλεγχος των Βερβερικών και Αραβικών πληθυσμών της Βόρειας Αφρικής. Το αίτημά του απορρίφθηκε και παρέμεινε θεατής κατά τη διάρκεια της επιχείρησης. Μετά τις προκαταρκτικές ενέργειες με τους Γάλλους, οι δυνάμεις εισβολής ξεκίνησαν με τη δύναμη της Καζαμπλάνκα να αναχωρεί από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τις άλλες δύο να αποπλέουν από τη Βρετανία. Ο Αϊζενχάουερ συντόνιζε την επιχείρηση από την έδρα του στο Γιβραλτάρ.

Καζαμπλάνκα
Σχεδιασμένη να αποβιβασθεί στις 8 Νοεμβρίου 1942, η Δυτική Αποβατική Δύναμη προσέγγισε την Καζαμπλάνκα υπό την καθοδήγηση των υποστράτηγου Τζορτζ Πάτον και υποναύαρχου Χένρι Χιούιτ. Αποτελούμενη από την 2η Μεραρχία Τεθωρακισμένων και την 3η και 9η Μεραρχία Πεζικού των Η.Π.Α, η ομάδα μετέφερε 35.000 άνδρες. Τη νύχτα της 7 Νοεμβρίου, ο φιλοσυμμαχικός στρατηγός Αντουάν Μπετουάρ επιχείρησε πραξικόπημα στην Καζαμπλάνκα κατά του καθεστώτος του στρατηγού Σάρλ Νογκές το οποίο απέτυχε και ο Νογκές ενημερώθηκε για την επικείμενη εισβολή. Κατά την αποβίβαση νότια της Καζαμπλάνκα στο Σαφί και βόρεια στη Φεντάλα και το Πόρτ Λιοτέ, οι Αμερικανοί συναντήθηκαν με την Γαλλική αντίσταση. Σε κάθε περίπτωση, οι αποβάσεις ξεκίνησαν χωρίς ναυτική υποστήριξη, με την ελπίδα ότι οι Γάλλοι δεν θα αντιστέκονταν.
Πλησιάζοντας την Καζαμπλάνκα, τα συμμαχικά πλοία δέχθηκαν πυρά από τις παράκτιες Γαλλικές πυροβολαρχίες. Απαντώντας ο Χιούιτ απογείωσε αεροσκάφη από τα αεροπλανοφόρα Ρέιντζερ και Σουάνι, τα οποία είχαν χτυπήσει Γαλλικά αεροδρόμια και άλλους στόχους, για να επιτεθούν σε στόχους στο λιμάνι, ενώ άλλα συμμαχικά πολεμικά πλοία, συμπεριλαμβανομένου του θωρηκτού Μασσαχουσέτη, πλησίασε στην ξηρά και άνοιξε πυρ. Στις μάχες που ακολούθησαν οι δυνάμεις του Χιούιτ βύθισαν το θωρηκτό Ζαν Μπαρτ καθώς και ένα ελαφρύ καταδρομικό, τέσσερα αντιτορπιλικά και πέντε υποβρύχια. Μετά από καθυστερήσεις λόγω καιρού στη Φεντάλα, οι άντρες του Πάτον, ανταποδίδοντας τα Γαλλικά πυρά, πέτυχαν τους στόχους τους και άρχισαν να βαδίζουν προς την Καζαμπλάνκα.

Εν τω μεταξύ βόρεια, επιχειρησιακά ζητήματα προκάλεσαν καθυστερήσεις στο Πορτ Λιοτέ και αρχικά εμπόδισαν την απόβαση του δεύτερου κύματος. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, οι δυνάμεις να αποβιβασθούν δεχόμενες πυρά από το παράκτιο πυροβολικό των Γαλλικών στρατευμάτων, αλλά με την υποστήριξη αεροσκαφών από αεροπλανοφόρα, οι Αμερικανοί προχώρησαν και εξασφάλισαν τους στόχους τους. Στο νότο, οι Γαλλικές δυνάμεις καθυστέρησαν τις αποβάσεις στο Σάφι και οι ελεύθεροι σκοπευτές καθήλωσαν για λίγο τα στρατεύματα των Συμμάχων στις παραλίες. Παρόλο που καθυστέρησαν οι αποβάσεις, οι Γάλλοι τελικά απομακρύνθηκαν λόγω της ναυτικής και αεροπορικής υποστήριξης των συμμαχικών δυνάμεων.
Συγκεντρώνοντας τους άντρες του, ο στρατηγός Έρνεστ Χάρμον μετακίνησε το 2ο τεθωρακισμένο τμήμα βόρεια και κατευθύνθηκε προς την Καζαμπλάνκα. Σε όλα τα μέτωπα, οι Γάλλοι εξουδετερώθηκαν και οι Αμερικανικές δυνάμεις απέκλεισαν την Καζαμπλάνκα. Μέχρι τις 10 Νοεμβρίου, η πόλη περικυκλώθηκε και μη διαθέτοντας εναλλακτική λύση, οι Γάλλοι παραδόθηκαν στον Πάτον.

Οράν
Η Κεντρική Αποβατική δύναμη αναχώρησε από την Βρετανία, υπό τον υποστράτηγο Λόυντ Φρέντενταλ και τον αρχιπλοίαρχο Τόμας Τρούμπριτζ. Επιφορτισμένοι με την προσγειάλωση 18.500 ανδρών της 1ης Μεραρχίας Πεζικού και 1ης Μεραρχίας Τεθωρακισμένων των Η.Π.Α σε δύο παραλίες δυτικά του Οράν και μια ανατολικά, αντιμετώπισαν δυσκολίες λόγω ελλιπούς αναγνώρισης. Αποβιβαζόμενοι σε ρηχά νερά, τα στρατεύματα συνάντησαν σθεναρή Γαλλική αντίσταση. Στο Οράν, έγινε προσπάθεια να αποβιβασθούν στρατεύματα απευθείας στο λιμάνι σε μια προσπάθεια να καταληφθούν οι λιμενικές εγκαταστάσεις. Με την κωδική ονομασία Επιχείρηση Έφεδρος, δύο Βρετανικά πλοία προσπάθησαν να διασπάσουν την αμυντική διάταξη του λιμανιού. Αν και ήλπιζαν ότι οι Γάλλοι δεν θα αντιστέκονταν, οι υπερασπιστές άνοιξαν πυρ στα δύο πλοία και προκάλεσαν σημαντικές απώλειες. Τελικά αμφότερα τα σκάφη βυθίστηκαν με ολόκληρη την συμμαχική δύναμη είτε να σκοτώνεται είτε να αιχμαλωτίζεται.
Έξω από την πόλη, οι Αμερικανικές δυνάμεις μάχονταν επί μια ολόκληρη μέρα πριν παραδοθούν τελικά οι Γάλλοι στις 9 Νοεμβρίου. Οι προσπάθειες του Φρέντενταλ είχαν τη υποστήριξη των Η.Π.Α στην πρώτη αεροπορική επιχείρηση του πολέμου. Αναχωρώντας από τη Βρετανία, το 509ο Τάγμα Αλεξιπτωτιστών είχε την αποστολή να καταλάβει τα αεροδρόμια στο Ταφράουι και τη Λα Σένια. Λόγω δυσχερειών η πτώση ήταν διεσπαρμένη και το αεροσκάφος αναγκάστηκε να προσγειωθεί στην έρημο, αλλά παρά τα προβλήματα αμφότερα τα αεροδρόμια καταλήφθηκαν.

Αλγέρι
Η Ανατολική Αποβατική Δύναμη της οποίας ηγείτο ο Πτέραρχος Κένεθ Άντερσον, αποτελείτο από την 34η Μεραρχία Πεζικού των Η.Π.Α, δυο ταξιαρχίες της 78ης Βρετανικής Μεραρχίας Πεζικού και δυο Βρετανικές μονάδες Καταδρομών. Λίγο πριν την απόβαση, ομάδες αντίστασης υπό τους Ανρί ντ’ Αστιέ ντε λα Βιζερί και Ζοζέ Αμπουλκέρ επιχείρησαν πραξικόπημα κατά του στρατηγού Αλφόνς Ζουάν και αφού περικύκλωσαν την οικία του τον συνέλαβαν. Ο Αμερικανός πρόξενος Μέρφι προσπάθησε να πείσει τον Ζουάν να προσχωρήσει στους Συμμάχους και έκανε το ίδιο για τον Γάλλο διοικητή, τον Ναύαρχο Φρανσουά Νταρλάν όταν έμαθε ότι ο Νταρλάν ήταν στην πόλη.
Παρ’ όλο που ουδείς εκ των δύο ήταν πρόθυμος να αλλάξει στρατόπεδο, οι αποβάσεις ξεκίνησαν και συνάντησαν ελάχιστη έως καμία αντίσταση. Επικεφαλής της επίθεσης ήταν η 34η Μεραρχία Πεζικού του υποστράτηγου Τσαρλς Ράιντερ, καθώς θεωρούνταν ότι οι Γάλλοι θα ήταν πιο δεκτικοί στους Αμερικανούς. Όπως και στο Οράν, έγινε προσπάθεια να αποβιβασθούν απευθείας στο λιμάνι χρησιμοποιώντας δύο αντιτορπιλικά. Τα Γαλλικά πυρά ανάγκασαν το ένα να αποσυρθεί, ενώ το άλλο κατάφερε να αποβιβάσει 250 άνδρες, οι οποίοι αν και αργότερα αιχμαλωτίστηκαν, απέτρεψαν την καταστροφή του λιμανιού. Παρ’ όλο που οι προσπάθειες για απευθείας αποβίβαση στο λιμάνι απέτυχαν σε μεγάλο βαθμό, οι Συμμαχικές δυνάμεις περικύκλωσαν γρήγορα την πόλη και στις 6:00 μ.μ. στις 8 Νοεμβρίου, ο Ζουάν παραδόθηκε.

Επακόλουθα
Η Επιχείρηση Πυρσός κόστισε στους Συμμάχους περίπου 480 νεκρούς και 720 τραυματίες. Οι Γαλλικές απώλειες ανήλθαν συνολικά σε 1.346 νεκρούς και 1.997 τραυματίες. Ως αποτέλεσμα της Επιχείρησης, ο Αδόλφος Χίτλερ διέταξε την Επιχείρηση Αντόν, με την οποία τα Γερμανικά στρατεύματα κατέλαβαν την Γαλλία του Βισύ. Επιπρόσθετα, Γάλλοι ναυτικοί στην Τουλόν κατέστρεψαν οι ίδιοι πολλά πλοία του Γαλλικού Ναυτικού για να αποτρέψουν τη σύλληψή τους από τους Γερμανούς.
Στη Βόρεια Αφρική, η Γαλλική Αφρικανική Στρατιά ενώθηκε με τους Συμμάχους, όπως και πολλά Γαλλικά πολεμικά πλοία. Ενισχύοντας τις δυνάμεις τους, τα συμμαχικά στρατεύματα προχώρησαν ανατολικά στην Τυνησία με στόχο την παγίδευση των δυνάμεων του Άξονα, καθώς η 8η στρατιά του στρατηγού Μπέρναρντ Μοντγκόμερι προωθείτο μετά την δεύτερη νίκη στο Ελ Αλαμέιν. Ο Άντερσον παραλίγο να καταλάβει την Τύνιδα, αλλά απωθήθηκε από εχθρικές αντεπιθέσεις. Οι Αμερικανικές δυνάμεις μετά την ήττα στο Πέρασμα Κασσερίν/Kasserine Pass αντιμετώπισαν τα Γερμανικά στρατεύματα για πρώτη φορά τον Φεβρουάριο. Τελικά μετά από μάχες, τον Μάιο του 1943, οι Σύμμαχοι εκδίωξαν τον Άξονα από τη Βόρεια Αφρική.


Πηγές – βιβλιογραφία
William Breuer, «Operation Torch: The Allied Gamble to Invade North Africa» 1985
Vincent O’ Hara «Torch: North African and the Allied Path to Victory« (Annapolis: Naval Institute, 2015)